Επιθετικός στα ολλανδικά

Μετάφραση: επιθετικός, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
bijvoeglijk, agressief, agressieve, agressiever, agressievere
Επιθετικός στα ολλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: επιθετικός

επιθετικός προσδιορισμός νέα ελληνικά, επιθετικός καρκίνος, επιθετικός προσδιορισμός ασκήσεις, επιθετικός καρκίνος του μαστού, επιθετικός προσδιορισμός, επιθετικός λεξικό γλώσσας ολλανδικά, επιθετικός στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • επιζήμιος στα ολλανδικά - schadelijk, nadelig, nadelige, schadelijke, schadelijk is
  • επιζώ στα ολλανδικά - doorleven, standhouden, doormaken, beleven, overleven, langer duren dan, Outlast, ...
  • επιθετικότητα στα ολλανδικά - aanval, agressie, offensief, vlaag, agressiviteit, aggressiviteit, de agressiviteit, ...
  • επιθεωρητής στα ολλανδικά - inspecteur, opzichter, controleur, inspector
Τυχαίες λέξεις
Επιθετικός στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: bijvoeglijk, agressief, agressieve, agressiever, agressievere