Ερμηνεία στα ολλανδικά

Μετάφραση: ερμηνεία, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
glosse, kanttekening, interpretatie, vertolking, uitlegging, de interpretatie, uitleg
Ερμηνεία στα ολλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ερμηνεία

ερμηνεία χρωμάτων, ερμηνεία ονομάτων, ερμηνεία ονείρων, ερμηνεία κώδικα πολιτικής δικονομίας, ερμηνεία διαθήκης, ερμηνεία λεξικό γλώσσας ολλανδικά, ερμηνεία στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • ερημώνω στα ολλανδικά - verwoesten, ontvolken, daling, te ontvolken, daling groen, ontvolken van
  • εριστικός στα ολλανδικά - twistziek, ruzie, twistzieke, ruzieachtig, ruziezoekende
  • ερμηνεύω στα ολλανδικά - uitleggen, duiden, interpreteren, verklaren, tolken, vertolken, lezen, ...
  • ερπετό στα ολλανδικά - reptielen, reptiel, reptielachtige, reptielachtig, reptiliaanse
Τυχαίες λέξεις
Ερμηνεία στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: glosse, kanttekening, interpretatie, vertolking, uitlegging, de interpretatie, uitleg