Ευτυχία στα ολλανδικά

Μετάφραση: ευτυχία, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
fortuin, uitzicht, lot, kans, levenslot, geluk, fortuinlijkheid, bof, tref, het geluk, gelukkig, geluk te, vreugde
Ευτυχία στα ολλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ευτυχία

ευτυχία παπαλουκά, ευτυχία παναγιώτου, ευτυχία παπαγιαννοπούλου, ευτυχία ιωσηφίδου, ευτυχία φράγκου, ευτυχία λεξικό γλώσσας ολλανδικά, ευτυχία στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • ευτράπελος στα ολλανδικά - snaaks, guitig, schalks, waggish, ondeugend
  • ευτυχής στα ολλανδικά - gelukkig, blij, gelukkige, graag, tevreden
  • ευτυχισμένα στα ολλανδικά - gelukkig, blij, gelukkige, graag, tevreden
  • ευτυχισμένος στα ολλανδικά - gelukkig, blij, gelukkige, graag, tevreden
Τυχαίες λέξεις
Ευτυχία στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: fortuin, uitzicht, lot, kans, levenslot, geluk, fortuinlijkheid, bof, tref, het geluk, gelukkig, geluk te, vreugde