Ζεστασιά στα ολλανδικά

Μετάφραση: ζεστασιά, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
warmte, de warmte, warme, warm
Ζεστασιά στα ολλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ζεστασιά

ζεστασιά λεξικό γλώσσας ολλανδικά, ζεστασιά στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • ζεστά στα ολλανδικά - heet, warm, warme, hete, hot
  • ζεσταίνω στα ολλανδικά - hitte, gloed, warmte, vuur, schaven, wrijven, wrokken, ...
  • ζεστός στα ολλανδικά - aardig, zoet, warm, voorkomend, heet, warme, hete, ...
  • ζευγάρι στα ολλανδικά - stelletje, koppel, duo, tweetal, span, paar, echtpaar, ...
Τυχαίες λέξεις
Ζεστασιά στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: warmte, de warmte, warme, warm