Λέξη: γυμνοσάλιαγκας

Συνώνυμα: γυμνοσάλιαγκας

γυμνοσάλιαγκος, τεμάχιο μέταλλου, σφαίρα

Μεταφράσεις: γυμνοσάλιαγκας

γυμνοσάλιαγκας στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
slug, slug on

γυμνοσάλιαγκας στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
bala, babosa, slug, lingote, babosas

γυμνοσάλιαγκας στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
reglette, kugel, faulpelz, ausgangsform, ackerschnecke, nacktschnecke, gewehrkugel, faulenzer, Schnecke, Nacktschnecke, Kugel, slug, Schnecken

γυμνοσάλιαγκας στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
bille, paresseux, balle, battement, zigoto, jeton, limace, espacement, slug, bouchon, limaces, pion

γυμνοσάλιαγκας στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
pallottola, picchiare, lumaca, Slug, interlinea, proiettile, sorso

γυμνοσάλιαγκας στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
lesma, lentamente, projéctil, bala, slug, espaçador, do slug

γυμνοσάλιαγκας στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
kogel, naaktslak, slak, Slug, de Naaktslak

γυμνοσάλιαγκας στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
шар, пуля, самородок, тащиться, пилильщик, лодырь, слизняк, ядро, глоток, бить, жетон, пули, слизень, пробкового

γυμνοσάλιαγκας στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
kule, slug, satslinje, sneglen, dorsk

γυμνοσάλιαγκας στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
snigel, skvätten, slug, skogssnigel, kula

γυμνοσάλιαγκας στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
laiskuri, etana, luoti, Slug, maculosusin

γυμνοσάλιαγκας στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
kugle, slug, skovsnegl, Agersnegl, satslinje, staven

γυμνοσάλιαγκας στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
úder, projektil, kulka, špalík, slimák, Slug, slimáka, střela

γυμνοσάλιαγκας στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
kulka, żeton, leniuch, walnąć, bryłka, ślimak, slug, pomrowik, korkowego, spadu

γυμνοσάλιαγκας στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
forgóhenger, fémdarab, tömb, sorköztag, légpuskagolyó, meztelen csiga, Slug, csiga, golyó, meztelencsiga

γυμνοσάλιαγκας στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
tembel, kurşun, mermi, sümüklüböcek, sahte jeton, kesme kurşun, işlenmemiş metal parçası, linotip baskı harf dizisi

γυμνοσάλιαγκας στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
слимак, слизняк, самородок, жетон, б'ючись, бити, куля, пуля

γυμνοσάλιαγκας στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
goditje e fortë, lëviz ngadalë, copë metali, gllënjkë e pijes alkoole, asgjësoj kërmille

γυμνοσάλιαγκας στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
близнял, плужек, гол охлюв, сачма, слъг, грубо излят куршум

γυμνοσάλιαγκας στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
куля, пуля

γυμνοσάλιαγκας στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
nälkjas, limukas, slug, rühkima, metallitükk

γυμνοσάλιαγκας στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
jezgra, matrica, komad, umetak, cjevčica, žeton, ljenčariti, metalni grumen, slug, jako udariti

γυμνοσάλιαγκας στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
brekkusnigill, Slug, snigill

γυμνοσάλιαγκας στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
kulka, šliužas, slunkius, gurkšnis svaigalų, metalo luitas, interlinija

γυμνοσάλιαγκας στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
lode, plēksne, slug, gliemis

γυμνοσάλιαγκας στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
голтка, Slug

γυμνοσάλιαγκας στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
melc, Slug, glonț, Bosaje, dop

γυμνοσάλιαγκας στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
slug, polž, Cjevčica, čepasti

γυμνοσάλιαγκας στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
brok, slimák, slug
Τυχαίες λέξεις