Ιερός στα ολλανδικά

Μετάφραση: ιερός, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
geheiligd, heilige, gewijd, heilig, sacraal, gewijde, sacrale, de heilige
Ιερός στα ολλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ιερός

ιερός ναός παναγίας φανερωμένης βουλιαγμένης, ιερός ναός αγίας παρασκευής, ιερός βράχος ακρόπολης, ιερός ναός αγίας φιλοθέης, ιερός λόχος δραγατσάνι, ιερός λεξικό γλώσσας ολλανδικά, ιερός στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • ιεροκήρυκας στα ολλανδικά - predikant, kanselredenaar, prediker, Preacher, dominee, de Prediker
  • ιερόδουλη στα ολλανδικά - snol, prostitueren, prostituée, prostituee, hoer, prostitué
  • ιερότητα στα ολλανδικά - heiligheid, sacraliteit, sacredness, de heiligheid
  • ιθαγένεια στα ολλανδικά - nationaliteit, burgerschap, het burgerschap, staatsburgerschap, burgerschap van
Τυχαίες λέξεις
Ιερός στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: geheiligd, heilige, gewijd, heilig, sacraal, gewijde, sacrale, de heilige