Κατάλογος στα ολλανδικά

Μετάφραση: κατάλογος, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
catalogiseren, lijst, lijst met, overzicht, de lijst, lijst van
Κατάλογος στα ολλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: κατάλογος

κατάλογος lidl, κατάλογος κινητών, κατάλογος opac, κατάλογος jumbo 2014, κατάλογος oriflame, κατάλογος λεξικό γλώσσας ολλανδικά, κατάλογος στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • κατάλληλα στα ολλανδικά - gevoeglijk, geschikt, geschikte, geschikt is, geschikt zijn, passende
  • κατάλληλος στα ολλανδικά - behoorlijk, fatsoenlijk, passend, geschikt, gepast, betamelijk, bruikbaar, ...
  • κατάλοιπο στα ολλανδικά - rommel, resterende, restant, overige, afval, rest, staartje, ...
  • κατάλυμα στα ολλανδικά - huisvesting, modificatie, aanpassing, woning, onderkomen, onderdak, logies, ...
Τυχαίες λέξεις
Κατάλογος στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: catalogiseren, lijst, lijst met, overzicht, de lijst, lijst van