Καταχωρώ στα ολλανδικά

Μετάφραση: καταχωρώ, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
aangeven, ik post, plaats ik, post ik, ik een bericht, ik achteraf
Καταχωρώ στα ολλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: καταχωρώ

καταχωρώ μετάφραση, καταχωρώ ή καταχωρίζω, ρήμα καταχωρώ, καταχωρώ εμφάνιση, καταχωρώ στα αγγλικά, καταχωρώ λεξικό γλώσσας ολλανδικά, καταχωρώ στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • καταχρηστικός στα ολλανδικά - beledigend, grievend, krenkend, grof, verkeerd, misbruik, onrechtmatige
  • καταχρώμαι στα ολλανδικά - beledigen, gescheld, mishandelen, uitschelden, krenken, misbruiken, affronteren, ...
  • καταχώρηση στα ολλανδικά - inleiding, aanmelding, entree, intrede, binnenkomst, toegang, ingang, ...
  • καταψύκτης στα ολλανδικά - vriesvak, vriezer, diepvriezer, vriescombinatie, diepvries
Τυχαίες λέξεις
Καταχωρώ στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: aangeven, ik post, plaats ik, post ik, ik een bericht, ik achteraf