Κριάρι στα ολλανδικά
Μετάφραση: κριάρι, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
ram, het RAM, de ram
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κριάρι
κριάρι εναντίον μοτοσυκλετιστή, κριάρι ονειροκρίτης, κριάρι (νάνος), κουνέλι κριάρι, θυμωμένο κριάρι, κριάρι λεξικό γλώσσας ολλανδικά, κριάρι στα ολλανδικά
Μεταφράσεις
- κρησαρίζω στα ολλανδικά - zijgen, filtreren, filteren, zeef, filter, krisarizo
- κρησφύγετο στα ολλανδικά - terugkrabbelen, terugtrekken, aftrekken, schuilplaats, hideout, schuilplaats van, schuilplaats te, ...
- κριθάρι στα ολλανδικά - gerst, gerst die, gerst in, van gerst
- κριθαράκι στα ολλανδικά - hok, orzo
Τυχαίες λέξεις
Κριάρι στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: ram, het RAM, de ram
Μεταφράσεις: ram, het RAM, de ram