Κύηση στα ολλανδικά

Μετάφραση: κύηση, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
zwangerschap, de zwangerschap, zwanger, zwangerschap te
Κύηση στα ολλανδικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: κύηση

κύηση γάτας, κύηση υψηλού κινδύνου, κύηση ανα εβδομάδα, κύηση 12 εβδομάδων, κύηση ελέφαντα, κύηση λεξικό γλώσσας ολλανδικά, κύηση στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • κόψιμο στα ολλανδικά - inkrimpen, verkleinen, reduceren, maaien, zetten, vereenvoudigen, snede, ...
  • κύβος στα ολλανδικά - klontje, kubus, blok, dobbelsteen, blokje, cube, kubus van
  • κύκλος στα ολλανδικά - strook, cirkel, streep, troep, kring, bende, kringloop, ...
  • κύκλωμα στα ολλανδικά - circuit, stroomkring, schakeling, kring
Τυχαίες λέξεις
Κύηση στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: zwangerschap, de zwangerschap, zwanger, zwangerschap te