Λέξη: θημωνιά

Σχετικές λέξεις: θημωνιά

θημωνιά cafe, θημωνιά τι σημαινει

Συνώνυμα: θημωνιά

σωρός, σοκ, τίναγμα, πήδημα, αιφνίδια ταραχή, αιφνίδια προσβολή, καπνοδόχος, σωρός χόρτου

Μεταφράσεις: θημωνιά

θημωνιά στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
haystack, stack, hay stack, rick, hayrick, stook

θημωνιά στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
almiar, montón, pila, pila de, la pila, de pila

θημωνιά στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
heuschober, heuhaufen, Stapel, Stack, Stapels

θημωνιά στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
meule, cheminée, pile, empilement, la pile, stack

θημωνιά στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
pila, stack di, risma, dello stack, pila di

θημωνιά στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
pilha, pilha de, de pilha, da pilha, a pilha

θημωνιά στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
hooiberg, stack, stapel

θημωνιά στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
стог, скирда, стек, стека, стопка, стопку, стеке

θημωνιά στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
stabel, stack, stakken, stabelen, bunke

θημωνιά στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
stapel, stacken, stapeln, stack

θημωνιά στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
auma, heinäsuopa, heinäsuova, pino, pinon, stack, nippu, pinoon

θημωνιά στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
stack, stak, stakken, stabel, stablen

θημωνιά στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
stoh, zásobník, zásobníku, stack, stohu

θημωνιά στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
stóg, bróg, stos, komin, sterta, stosu

θημωνιά στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
szénakazal, kazal, rakás, verem, stack, köteg

θημωνιά στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
yığın, yığını, yığınının, istif, baca

θημωνιά στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
стек, стік

θημωνιά στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
rafte, pirg, grumbull, mullar, qipi

θημωνιά στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
купчина, куп, стак, стека, стака

θημωνιά στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
стэк

θημωνιά στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
rõuk, heinakuhi, korsten, virna, korstnat, pinu, virnas

θημωνιά στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
stog, snop, stack, dimnjak, stog se

θημωνιά στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
stafla, Stack, stakkur, mánudaginn, Stafli

θημωνιά στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
kaminas, stekas, krūva, rietuvė, Stack

θημωνιά στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
kaudze, steku, steks, kaudzīte, kaudzīti

θημωνιά στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
магацинот, стек, оџак, оџакот, магацинот за

θημωνιά στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
grămadă, stivă, stack, stiva, teanc

θημωνιά στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
Snop, sveženj, skladovnica, kup, dimnik

θημωνιά στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
stoh, stack, štós
Τυχαίες λέξεις