Λημέρι στα ολλανδικά
Μετάφραση: λημέρι, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
krocht, grot, spelonk, hol, holte, den, kamer, kuil
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: λημέρι
το λημέρι, λημέρι θεσσαλονίκη, λημέρι του λύκου, λημέρι ευρυτανίας, λημέρι λεξικό γλώσσας ολλανδικά, λημέρι στα ολλανδικά
Μεταφράσεις
- λεύκη στα ολλανδικά - esp, ratelpopulier, populier, Poplar, populieren, abeel, de populier
- λεύκωμα στα ολλανδικά - album, plaat, album zijn
- ληξίαρχος στα ολλανδικά - griffier, registrar, registrator, de griffier
- λησμονιά στα ολλανδικά - vergetelheid, vergeetachtigheid, vergeten, de vergetelheid, het vergeten
Τυχαίες λέξεις
Λημέρι στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: krocht, grot, spelonk, hol, holte, den, kamer, kuil
Μεταφράσεις: krocht, grot, spelonk, hol, holte, den, kamer, kuil