Μετατρεψιμότητα στα ολλανδικά
Μετάφραση: μετατρεψιμότητα, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
inwisselbaarheid, convertibiliteit, omzetbaarheid, converteerbaarheid, convertibiliteit van
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: μετατρεψιμότητα
μετατρεψιμότητα νομίσματος, μετατρεψιμότητα εθνικού νομίσματος, μετατρεψιμότητα λεξικό γλώσσας ολλανδικά, μετατρεψιμότητα στα ολλανδικά
Μεταφράσεις
- μετατρέπω στα ολλανδικά - transformeren, bekeren, vervormen, wijzigen, omvormen, veranderen, omzetten, ...
- μετατρέψιμος στα ολλανδικά - converteerbaar, converteerbare, cabriolet, convertibele, cabrio's
- μετατροπή στα ολλανδικά - kleingeld, wisselgeld, pasmunt, wisselen, vermaken, wisseling, wijziging, ...
- μετατόπιση στα ολλανδικά - verhuizing, relocation, relocatie, verplaatsing, de verhuizing
Τυχαίες λέξεις
Μετατρεψιμότητα στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: inwisselbaarheid, convertibiliteit, omzetbaarheid, converteerbaarheid, convertibiliteit van
Μεταφράσεις: inwisselbaarheid, convertibiliteit, omzetbaarheid, converteerbaarheid, convertibiliteit van