Μικρόφωνο στα ολλανδικά
Μετάφραση: μικρόφωνο, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
microfoon, de microfoon, microfoon van
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: μικρόφωνο
μικρόφωνο ψείρα, μικρόφωνο για dslr, μικρόφωνο pg shure 48, μικρόφωνο πέτου, μικρόφωνο me-1, μικρόφωνο λεξικό γλώσσας ολλανδικά, μικρόφωνο στα ολλανδικά
Μεταφράσεις
- μικρός στα ολλανδικά - klein, licht, jeugd, aankomend, beknopt, slank, kind, ...
- μικρότερος στα ολλανδικά - beginnend, aankomend, minder, op minder, kleiner, lager, meer
- μικρόψυχος στα ολλανδικά - lafhartig, kleinmoedig, blohartig, kleinmoedige, kleinhartig
- μιλώ στα ολλανδικά - praten, lezing, spreekbeurt, voordracht, conversatie, spreken, gesprek, ...
Τυχαίες λέξεις
Μικρόφωνο στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: microfoon, de microfoon, microfoon van
Μεταφράσεις: microfoon, de microfoon, microfoon van