Μούχλα στα ολλανδικά
Μετάφραση: μούχλα, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
modelleren, boetseren, schimmel, mal, gietvorm, vorm, matrijs
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: μούχλα
μούχλα σε ντουλάπα, μούχλα στον τοίχο, μούχλα σε ύφασμα, μούχλα σε στρώμα, μούχλα στα παπούτσια, μούχλα λεξικό γλώσσας ολλανδικά, μούχλα στα ολλανδικά
Μεταφράσεις
- μούσι στα ολλανδικά - baard, sik, sikje, goatee, Sik Lichaamshaar, Sik van
- μούστος στα ολλανδικά - zullen, behoren, dienen, moeten, horen, moet, dient, ...
- μπάζα στα ολλανδικά - afval, rommel, vuilnis, vuil, puin, rommelzooi, prullaria, ...
- μπάλα στα ολλανδικά - kloot, danspartij, sfeer, omgeving, gebied, kogel, aardbol, ...
Τυχαίες λέξεις
Μούχλα στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: modelleren, boetseren, schimmel, mal, gietvorm, vorm, matrijs
Μεταφράσεις: modelleren, boetseren, schimmel, mal, gietvorm, vorm, matrijs