Λέξη: αερισμός

Σχετικές λέξεις: αερισμός

αερισμός εντέρου, αερισμός κτιρίων, αερισμός λεβητοστασίου, αερισμός με ανάκτηση θερμότητας, αερισμός χλοοτάπητα, αερισμός τζακιού, αερισμός χώρου, αερισμός σπιτιού, εξαερισμός κλειστών χώρων εργασίας, αερισμός υπογείου

Συνώνυμα: αερισμός

άσκηση στο ύπαιθρο, εξαερισμός

Μεταφράσεις: αερισμός

αερισμός στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
ventilation, aeration, airing, for ventilation, ventilation is

αερισμός στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
ventilación, la ventilación, de ventilación, una ventilación, ventilación de

αερισμός στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
entlüftung, belüftung, erörterung, vorbringen, ventilation, atmen, äußerung, Belüftung, Lüftung, Ventilation, Lüften, Lüftungs

αερισμός στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
aérage, souffle, aération, respiration, ventilation, la ventilation, une ventilation, de ventilation

αερισμός στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
ventilazione, di ventilazione, la ventilazione, aerazione, una ventilazione

αερισμός στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
ventilação, de ventilação, a ventilação, uma ventilação, da ventilação

αερισμός στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
luchtverversing, ademhaling, ventilatie, ventilatiesysteem, de ventilatie, ventilatie-

αερισμός στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
вентиляция, форточка, выветривание, проветривание, отсеивание, выяснение, обсуждение, вентиляции, вентиляцию, вентиляционное, вентиляционная

αερισμός στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
ventilasjon, ventilering, ventilasjons, ventilasjonen

αερισμός στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
fläkt, luftväxling, ventilation, ventilationen, ventilations, ventilering

αερισμός στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
hengittäminen, tuuletus, hengitys, ilmanvaihto, ilmanvaihdon, ilmanvaihtoa, ilmanvaihdosta

αερισμός στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
ventilation, udluftning, ventilationen, ventilationsudstyr, ventilations-

αερισμός στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
provětrávání, vyvětrání, větrání, provětrání, ventilace, ventilační, vzduchotechnika, větrací

αερισμός στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
nawiew, przewietrzenie, wentylacja, przewietrzanie, wietrzenie, wentylacji, wentylację, wentylacyjne, wentylacyjny

αερισμός στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
légcsere, kiteregetés, szellőzés, szellőztetés, szellőztető, szellőzést, szellőző

αερισμός στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
havalandırma, vantilasyon, ventilasyon

αερισμός στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
вентилювання, вентиляція

αερισμός στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
ventilim, ventilimit, e ventilimit, ventilimi, ajrosje

αερισμός στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
вентилация, вентилационна, вентилацията, проветряване, вентилационната

αερισμός στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
вентыляцыя

αερισμός στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
tuulutus, ventilatsioon, ventilatsiooni, ventilatsiooni-, ventileerimisseadmed, ventilatsiooniga

αερισμός στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
pretresanje, ventilacija, provjetravanje, ventilacije, ventilaciju, ventilacijski

αερισμός στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
loftræsting, loftræstingu, loftræstitækjum, loftræstikerfi, loftræstingar

αερισμός στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
vėdinimas, ventiliacija, vėdinimo, ventiliaciniai, ventiliacijos

αερισμός στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
ventilācija, ventilācijas, ventilāciju, vēdināšana, ventilācijai

αερισμός στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
вентилација, проветрување, за проветрување, за вентилација, вентилацијата

αερισμός στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
ventilaţie, ventilație, ventilare, ventilatie, de ventilație, aerisire

αερισμός στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
prezračevanje, prezračevanja, ventilacija, prezračevalni, zračenje

αερισμός στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
ventilácia, ventilácie, vetranie, vetrania, ventiláciu
Τυχαίες λέξεις