Οργάνωση στα ολλανδικά
Μετάφραση: οργάνωση, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
organisatie, ordening, de organisatie, inrichting
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: οργάνωση
οργάνωση γη, οργάνωση βάπτισης, οργάνωση και διοίκηση της εκπαίδευσης, οργάνωση και συντονισμός της σχολικής ζωής, οργάνωση γραφείου, οργάνωση λεξικό γλώσσας ολλανδικά, οργάνωση στα ολλανδικά
Μεταφράσεις
- ορατός στα ολλανδικά - zichtbaar, toegankelijk, zichtbare, zichtbaar is, zichtbaar zijn
- ορατότητα στα ολλανδικά - zichtbaarheid, zicht, de zichtbaarheid, zichtbaar, zichtbaarheid van
- οργή στα ολλανδικά - verontwaardiging, gramschap, woede, toorn, boosheid, razen, razernij, ...
- οργίλος στα ολλανδικά - prikkelbaar, testy, knorrige, norse, nors
Τυχαίες λέξεις
Οργάνωση στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: organisatie, ordening, de organisatie, inrichting
Μεταφράσεις: organisatie, ordening, de organisatie, inrichting