Περιστροφικός στα ολλανδικά
Μετάφραση: περιστροφικός, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
draaiend, roterende, roterend, draaiknop, draaiende
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: περιστροφικός
περιστροφικόσ τροφοδότησ, περιστροφικόσ κινητήρασ, περιστροφικός εξατμιστήρας, περιστροφικός διακόπτης, περιστροφικός ίλιγγος, περιστροφικός λεξικό γλώσσας ολλανδικά, περιστροφικός στα ολλανδικά
Μεταφράσεις
- περιστρεφόμενος στα ολλανδικά - roterende, roterend, draaiende, roteren, draaibare
- περιστροφή στα ολλανδικά - omwenteling, rotatie, draaiing, draaien, de rotatie
- περιστόμιο στα ολλανδικά - wal, kant, rand, kust, walkant, zoom, boord, ...
- περισυλλέγω στα ολλανδικά - verzamelen, afleiden, abstraheren, innen, collecteren, samenkomen, bijeenbrengen, ...
Τυχαίες λέξεις
Περιστροφικός στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: draaiend, roterende, roterend, draaiknop, draaiende
Μεταφράσεις: draaiend, roterende, roterend, draaiknop, draaiende