Προσγείωση στα ολλανδικά
Μετάφραση: προσγείωση, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
landing, daling, overloop, landingsplaats, landen, aanvoer
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: προσγείωση
προσγείωση στο γκαζόν, προσγείωση σε ποτάμι, προσγείωση αεροπλάνου μετά από 35 χρόνια, προσγείωση αεροπλάνου, προσγείωση άγνωστου αντικειμένου στην νοτιοδυτική πλευρά του λυκαβηττού, προσγείωση λεξικό γλώσσας ολλανδικά, προσγείωση στα ολλανδικά
Μεταφράσεις
- προσβλητικός στα ολλανδικά - offensief, aanvallend, beledigend, aanstootgevend, aanvallende
- προσβολή στα ολλανδικά - verontwaardiging, beledigen, affronteren, krenken, aanval, aanslag, aanvallen, ...
- προσγειώνομαι στα ολλανδικά - goed, aardrijk, dalen, ondergrond, grond, aanlanden, aarde, ...
- προσγειώνω στα ολλανδικά - ondergrond, aardrijk, aanlanden, land, bodem, aarde, grond, ...
Τυχαίες λέξεις
Προσγείωση στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: landing, daling, overloop, landingsplaats, landen, aanvoer
Μεταφράσεις: landing, daling, overloop, landingsplaats, landen, aanvoer