Προχρονολογούμαι στα ολλανδικά
Μετάφραση: προχρονολογούμαι, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
prochronologoumai
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: προχρονολογούμαι
προχρονολογούμαι λεξικό γλώσσας ολλανδικά, προχρονολογούμαι στα ολλανδικά
Μεταφράσεις
- προφυλακτήρας στα ολλανδικά - stootkussen, bumper, buffer, bumpersticker, bumperstickers, de bumper
- προφύλαξη στα ολλανδικά - voorzorg, voorzorgsmaatregel, voorzorgsmaatregelen, voorzorgen, uit voorzorg
- προχωρημένος στα ολλανδικά - deskundig, bedreven, vaardig, vakman, bekwaam, expert, behendig, ...
- προχωρώ στα ολλανδικά - promoveren, aanpakken, doorgaan, beklijven, genaken, blijven, voortgaan, ...
Τυχαίες λέξεις
Προχρονολογούμαι στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: prochronologoumai
Μεταφράσεις: prochronologoumai