Σκαπάνη στα ολλανδικά
Μετάφραση: σκαπάνη, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
schoffel, schoffelen, hak, te schoffelen, houweel
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: σκαπάνη
αρχαιολογική σκαπάνη, σκαπάνη λεξικό γλώσσας ολλανδικά, σκαπάνη στα ολλανδικά
Μεταφράσεις
- σκανδάλη στα ολλανδικά - trekker, Trigger
- σκανδαλώδης στα ολλανδικά - afgrijselijk, afschuwelijk, schandalig, schandelijk, schandalige, schandaal, schandelijke
- σκαπανέας στα ολλανδικά - sappeur, geniesoldaat, Sapper, Sapper van, geniesoldaat het
- σκαρφαλώνω στα ολλανδικά - klimmen, klauteren, beklimmen, klim, col, beklim
Τυχαίες λέξεις
Σκαπάνη στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: schoffel, schoffelen, hak, te schoffelen, houweel
Μεταφράσεις: schoffel, schoffelen, hak, te schoffelen, houweel