Τρεμοπαίζω στα ολλανδικά

Μετάφραση: τρεμοπαίζω, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
flikkeren, flakkeren, flikkert, flikkeringen, Flickers, knippert
Τρεμοπαίζω στα ολλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: τρεμοπαίζω

τρεμοπαίζω λεξικό γλώσσας ολλανδικά, τρεμοπαίζω στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • τρελούτσικος στα ολλανδικά - stapel, dol, uitzinnig, krankzinnig, gek, dolzinnig, waanzinnig, ...
  • τρελός στα ολλανδικά - krankzinnig, dolzinnig, stapel, gek, waanzinnig, uitzinnig, dol, ...
  • τρεμουλιάζω στα ολλανδικά - huiveren, vibratie, trilling, beven, rillen, bibberen, trillingen, ...
  • τρεμοφέγγω στα ολλανδικά - shimmery, glanzende, glimmende, glinsterende, glinsterend
Τυχαίες λέξεις
Τρεμοπαίζω στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: flikkeren, flakkeren, flikkert, flikkeringen, Flickers, knippert