Υποδήματα στα ολλανδικά

Μετάφραση: υποδήματα, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
schoeisel, schoenen, Footwear, Shoe
Υποδήματα στα ολλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: υποδήματα

υποδήματα χανιωτάκης, υποδήματα ερμού, υποδήματα boxer, υποδήματα πετρίδης θεσσαλονίκη, υποδήματα εργασίας, υποδήματα λεξικό γλώσσας ολλανδικά, υποδήματα στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • υπογραμμίζω στα ολλανδικά - onderstrepen, benadrukken, onderstreept, te onderstrepen, benadrukt
  • υπογραφή στα ολλανδικά - handtekening, ondertekening, signatuur, de ondertekening, signature
  • υποδεέστερος στα ολλανδικά - minderwaardig, subaltern, ondergeschikte, subalterne, onderofficier, ondergeschikt
  • υποδειγματικός στα ολλανδικά - voorbeeldig, voorbeeld, voorbeeldige, voorbeeld van, voorbeeldfunctie
Τυχαίες λέξεις
Υποδήματα στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: schoeisel, schoenen, Footwear, Shoe