Φερόμενος στα ολλανδικά

Μετάφραση: φερόμενος, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
vermeende, vermeend, beweerde, veronderstelde, de vermeende
Φερόμενος στα ολλανδικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: φερόμενος

φερόμενος στα αγγλικα, φερόμενος ιδιοκτήτης, ο φερόμενος, φερόμενος ως, φερόμενος λεξικό γλώσσας ολλανδικά, φερόμενος στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • φερέοικος στα ολλανδικά - zwervend, nomadisch, fereoikos
  • φεριμπότ στα ολλανδικά - pontveer, overzetboot, bak, veerpont, schouw, pont, veerboot, ...
  • φευγαλέος στα ολλανδικά - fijn, subtiel, spitsvondig, vluchtig, vluchtige, voorbijgaande, kortstondige, ...
  • φεύγω στα ολλανδικά - verlof, scheiding, fiat, afreizen, vertrekken, overlaten, laten, ...
Τυχαίες λέξεις
Φερόμενος στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: vermeende, vermeend, beweerde, veronderstelde, de vermeende