Φράγμα στα ολλανδικά

Μετάφραση: φράγμα, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
heining, versperring, slagboom, dam, sperdam, barrière, afsluiting, hek, stuwdam, Dam van, De Dam van, stuwmeer
Φράγμα στα ολλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: φράγμα

φράγμα περίθλασης, φράγμα λίμνης πλαστήρα, φράγμα των τριών φαραγγιών, φράγμα αποσελέμη, φράγμα του ήχου, φράγμα λεξικό γλώσσας ολλανδικά, φράγμα στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • φούσκωμα στα ολλανδικά - inflatie, de inflatie, het opblazen
  • φούστα στα ολλανδικά - rok, meisje, meid, vrouwenrok, rokje, rokjes, skirt, ...
  • φράζω στα ολλανδικά - scheidsmuur, afsluiten, belemmeren, afdammen, versperring, barrière, bar, ...
  • φράκτης στα ολλανδικά - steg, heg, haag, hek, omheining, schutting, fence, ...
Τυχαίες λέξεις
Φράγμα στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: heining, versperring, slagboom, dam, sperdam, barrière, afsluiting, hek, stuwdam, Dam van, De Dam van, stuwmeer