Λέξη: γόνδολα

Σχετικές λέξεις: γόνδολα

πένθιμη γόνδολα, γόνδολα θεσσαλονίκη δελφών, τηλέφωνο γόνδολα, alcatel γόνδολα, γόνδολα ρόδος, μπάνσκο γόνδολα

Συνώνυμα: γόνδολα

λέμβος, γονδόλα

Μεταφράσεις: γόνδολα

γόνδολα στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
gondola, gondolas, the gondola, a gondola, gondola lift

γόνδολα στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
góndola, Gondola, la góndola, telecabina, góndola de

γόνδολα στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
gondel, Gondel, Gondola, Gondelbahn

γόνδολα στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
gondole, nacelle, Gondola, télécabine, télécabine de

γόνδολα στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
gondola, cabinovia, funivia, gondole, telecabina

γόνδολα στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
gôndola, Gondola, da gôndola, teleférico, gôndola de

γόνδολα στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
gondel, Gondola, gondelbaan, de Gondel, gondellift

γόνδολα στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
гондола, корзинка, полувагон, Gondola, Полувагоны, гондолы, гондоле

γόνδολα στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
Gondola, gondol, gondolen, gondolbanen

γόνδολα στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
Gondol, gondol, Gondola, kabin, gondolen

γόνδολα στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
gondoli, Gondola, gondolin, kori, Gondola.Hotellin

γόνδολα στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
Gondola, gondolen, gondol, Gondolpladsen

γόνδολα στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
gondola, gondole, gondoly, kabinová, Lanovka

γόνδολα στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
gondola, gondoli, gondolą, gondolowa, gondolowy

γόνδολα στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
gondola, gondolás, A Gondola, gondolázás, gondolával

γόνδολα στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
gondol, Gondola, teleferik, demiryolu yarı

γόνδολα στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
кошик, гондола, гондоли

γόνδολα στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
gondolë

γόνδολα στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
гондола, лифт, лифта, кабинковия, Gondola

γόνδολα στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
гандола, гандолах

γόνδολα στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
iste, gondel, Gondola, gondliga, vagun, poolvagunite

γόνδολα στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
gondola, gondolom, gondole, gondolske

γόνδολα στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
Gondola, kláfinn, gondóla

γόνδολα στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
gondola, gondolomis, Łódka, platforma

γόνδολα στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
gondola, gondolu

γόνδολα στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
Гондола, Гондолата, ски лифта, штанд, кабинков

γόνδολα στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
gondolă, Gondola, cu gondola, Telegondola, Semi

γόνδολα στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
gondola, vlečnica, Gondola, kabinska, gondolska, gondolo, kabinska žičnica

γόνδολα στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
gondola, Gondola
Τυχαίες λέξεις