Φυσιοθεραπεία στα ολλανδικά

Μετάφραση: φυσιοθεραπεία, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
fysiotherapie, revalidatie, kinesitherapie, fysiotherapeutische, de fysiotherapie
Φυσιοθεραπεία στα ολλανδικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: φυσιοθεραπεία

φυσιοθεραπεία αυχένα, φυσιοθεραπεία εοπυυ, φυσιοθεραπεία ή φυσικοθεραπεία, φυσιοθεραπεία περιστέρι, φυσιοθεραπεία θεσσαλονικη, φυσιοθεραπεία λεξικό γλώσσας ολλανδικά, φυσιοθεραπεία στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • φυσική στα ολλανδικά - natuurkunde, fysica, de fysica, de natuurkunde, physics
  • φυσικός στα ολλανδικά - materieel, fysisch, fysiek, lichamelijk, gewelddadig, fysieke, fysische
  • φυσιολογικός στα ολλανδικά - normaal, fysiologische, fysiologisch, de fysiologische, een fysiologische
  • φυσώ στα ολλανδικά - flap, klap, slag, mep, houw, blazen, amper, ...
Τυχαίες λέξεις
Φυσιοθεραπεία στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: fysiotherapie, revalidatie, kinesitherapie, fysiotherapeutische, de fysiotherapie