Χαίρω στα ολλανδικά

Μετάφραση: χαίρω, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
genieten, verheugen, zich verheugen, verblijden, verheug, verblijd
Χαίρω στα ολλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: χαίρω

χαίρω άκρασ υγείασ, χαίρω πολύ στα ιταλικά, χαίρω pronunciation, χαίρω ότι ευδοκιμεί, χαίρω πολύ, χαίρω λεξικό γλώσσας ολλανδικά, χαίρω στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • χήρος στα ολλανδικά - weduwnaar, Weduwenaar, De weduwnaar, weduwnaarspensioen, weduwnaars-
  • χαίρομαι στα ολλανδικά - genot, verrukking, genoegen, vreugde, delight
  • χαίτη στα ολλανδικά - manen, mane, de manen, haren, manen van
  • χαζεύω στα ολλανδικά - treuzelen, treuzel, leuteren, gebeuzel, talmen
Τυχαίες λέξεις
Χαίρω στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: genieten, verheugen, zich verheugen, verblijden, verheug, verblijd