Genieten στα ελληνικά

Μετάφραση: genieten, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
έχω, λαμβάνω, απολαμβάνω, χαίρω, αποκτώ, έχε, παραλαμβάνω, παίρνω, για να απολαύσετε, να απολαύσετε, να απολαμβάνουν, να απολαύσουν, για να απολαύσουν
Genieten στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • geniaal στα ελληνικά - δαιμόνιος, ευφυής, έξυπνη, έξυπνο, ευφυές
  • genie στα ελληνικά - εγκέφαλος, ιδιοφυία, μεγαλοφυία, ιδιοφυΐα, μεγαλοφυΐα, genius
  • genist στα ελληνικά - πρωτοπόρος, προπορεύομαι, καινοτομώ, μηχανικός, μηχανικού, μηχανικό, μηχανής, ...
  • genius στα ελληνικά - εγκέφαλος, ιδιοφυία, μεγαλοφυία, ιδιοφυΐα, μεγαλοφυΐα
Τυχαίες λέξεις
Genieten στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: έχω, λαμβάνω, απολαμβάνω, χαίρω, αποκτώ, έχε, παραλαμβάνω, παίρνω, για να απολαύσετε, να απολαύσετε, να απολαμβάνουν, να απολαύσουν, για να απολαύσουν