Χαμόγελο στα ολλανδικά

Μετάφραση: χαμόγελο, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
glimlach, glimlachen, smile, lach, schoonheid
Χαμόγελο στα ολλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: χαμόγελο

χαμόγελο του παιδιού θεσσαλονίκη, χαμόγελο του παιδιού, χαμόγελο του παιδιού πάτρα, χαμόγελο του παιδιού τηλέφωνο, χαμόγελο του παιδιού κέρκυρα, χαμόγελο λεξικό γλώσσας ολλανδικά, χαμόγελο στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • χαμηλώνω στα ολλανδικά - verlagen, neerhalen, afslaan, afdraaien, vernederen, abase, een base, ...
  • χαμογελώ στα ολλανδικά - glimlachen, glimlach, smile, lach, schoonheid
  • χαμόδεντρα στα ολλανδικά - struiken, heesters, struikgewas
  • χαμόκλαδα στα ολλανδικά - kreupelhout, ondergroei, struikgewas, onderhout, begroeiing
Τυχαίες λέξεις
Χαμόγελο στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: glimlach, glimlachen, smile, lach, schoonheid