Χείριστος στα ολλανδικά
Μετάφραση: χείριστος, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
heel slecht, zeer slechte, erg slecht, slecht, slechte
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: χείριστος
χείριστος λεξικό γλώσσας ολλανδικά, χείριστος στα ολλανδικά
Μεταφράσεις
- χείλος στα ολλανδικά - zoom, waterkant, band, kant, rand, walkant, boord, ...
- χείμαρρος στα ολλανδικά - vloed, stroom, beek, laten afspelen, afspelen, stromen
- χειμώνας στα ολλανδικά - winter, de winter, winters
- χειράμαξα στα ολλανδικά - wagen, karretje, kar, handkar, kruiwagen, aankoopkruiwagen, de kruiwagen, ...
Τυχαίες λέξεις
Χείριστος στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: heel slecht, zeer slechte, erg slecht, slecht, slechte
Μεταφράσεις: heel slecht, zeer slechte, erg slecht, slecht, slechte