Ψηφιακός στα ολλανδικά
Μετάφραση: ψηφιακός, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
digitaal, digitale, de digitale, van digitale, digital
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ψηφιακός
ψηφιακός δέκτης, ψηφιακός πολιτισμός οι πολιτιστικοί οργανισμοί στο ψηφιακό περιβάλλον, ψηφιακός φιλόλογος, ψηφιακός ισοκράτης, ψηφιακός αποκωδικοποιητής, ψηφιακός λεξικό γλώσσας ολλανδικά, ψηφιακός στα ολλανδικά
Μεταφράσεις
- ψηφίζω στα ολλανδικά - kiezen, balloteren, stemmen, stemming, stem, beoordeeld, vote
- ψηφίο στα ολλανδικά - cijfer, nummer, cijferige, cijfers, cijferig, digit
- ψηφοφορία στα ολλανδικά - stemming, stemmen, het stemmen, stem, je stem
- ψηφοφόρος στα ολλανδικά - kiezer, stemmer, kiezers, de kiezer, van kiezers
Τυχαίες λέξεις
Ψηφιακός στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: digitaal, digitale, de digitale, van digitale, digital
Μεταφράσεις: digitaal, digitale, de digitale, van digitale, digital