Αιθάλη στα ουγγρικά
Μετάφραση: αιθάλη, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
korom, kormot, a korom, a kormot, korommal
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αιθάλη
αιθάλη υγεία, αιθάλη τζάκι, αιθάλη χημικόσ τύποσ, αιθαλομίχλη αιθάλη, αιθάλη ετυμολογία, αιθάλη λεξικό γλώσσας ουγγρικά, αιθάλη στα ουγγρικά
Μεταφράσεις
- αθώωση στα ουγγρικά - felmentés, felmentő ítélet, felmentő, felmentő ítéletet, felmentését
- αιγίδα στα ουγγρικά - égisze, védnöksége, égisze alatt, védnöksége alatt, vezetésével
- αιλουροειδής στα ουγγρικά - macskaféle, macska, macskák, a macska, feline
- αιματηρός στα ουγγρικά - véres, a véres, véresen, rohadt, átkozott
Τυχαίες λέξεις
Αιθάλη στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: korom, kormot, a korom, a kormot, korommal
Μεταφράσεις: korom, kormot, a korom, a kormot, korommal