Έπεσα στα ουκρανικά
Μετάφραση: έπεσα, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
хутро, шкіра, шкура, лютий, гора, валити, Я
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: έπεσα
έπεσα χτύπησα ε και τι, έπεσα έξω στίχοι, έπεσα απ ' το δέντρο, έπεσα για να κολυμπήσω κι άφησα την καρδιά μου πίσω, έπεσα χτύπησα ε και τι μ αυτό, έπεσα λεξικό γλώσσας ουκρανικά, έπεσα στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- έπαυλη στα ουκρανικά - ганьбити, вілла, Вилла
- έπειτα στα ουκρανικά - пізніше, після, потім, тоді, по, за, був, ...
- έπιπλα στα ουκρανικά - оснащення, вміст, меблі, уміст, устаткування, мебель, меблі для
- έργο στα ουκρανικά - рентгенограма, плівка, фотоплівка, нитка, фільм, стрічка, робота, ...
Τυχαίες λέξεις
Έπεσα στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: хутро, шкіра, шкура, лютий, гора, валити, Я
Μεταφράσεις: хутро, шкіра, шкура, лютий, гора, валити, Я