Ανακαλώ στα ουκρανικά

Μετάφραση: ανακαλώ, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
знищувати, відшкодування, оплата, відшкодовування, знищити, винагорода, анулюйте, касувати, анулювати, відгук, відгук про
Ανακαλώ στα ουκρανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ανακαλώ

ανακαλώ στα αγγλικά, ανακαλώ english, ανακαλώ συνώνυμο, ανακαλώ στη μνήμη, ανακαλώ αγγλικά, ανακαλώ λεξικό γλώσσας ουκρανικά, ανακαλώ στα ουκρανικά

Μεταφράσεις

  • ανακαινίζω στα ουκρανικά - перерахування, неясно, переоцінка, перераховування, reface
  • ανακαλύπτω στα ουκρανικά - вбачати, накидати, знаходити, встановити, довідуватися, розкривати, виявляти, ...
  • ανακατεμένος στα ουκρανικά - мотиви, нерозбірливий, нерозбірлива
  • ανακατεύω στα ουκρανικά - розмішування, змішайтеся, рукавиці, грязь, ворушіння, грязюка, хвилювати, ...
Τυχαίες λέξεις
Ανακαλώ στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: знищувати, відшкодування, оплата, відшкодовування, знищити, винагорода, анулюйте, касувати, анулювати, відгук, відгук про