Ανώμαλα στα ουκρανικά
Μετάφραση: ανώμαλα, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
безладність, неправильність, аномально
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ανώμαλα
ανώμαλα παραθετικά στα λατινικά, ανώμαλα ρήματα στα ιταλικά, ανώμαλα ρήματα, ανώμαλα ρήματα αγγλικά ασκήσεις, ανώμαλα ουσιαστικά, ανώμαλα λεξικό γλώσσας ουκρανικά, ανώμαλα στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- ανύψωση στα ουκρανικά - підвищення, родзинка, облагороджування, величчя, пагорок, ізюминка, ізюм, ...
- ανώδυνος στα ουκρανικά - безболісний, неболючий
- ανώμαλο στα ουκρανικά - неспростовний, незаперечний, безсуперечний, грубий, Тонкий, Щільний, Незанадто грубий, ...
- ανώμαλος στα ουκρανικά - анормальний, незаперечний, неправильний, безсуперечний, ненормальний, неспростовний, величезний, ...
Τυχαίες λέξεις
Ανώμαλα στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: безладність, неправильність, аномально
Μεταφράσεις: безладність, неправильність, аномально