Γάμπα στα ουκρανικά
Μετάφραση: γάμπα, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
литка, кав'яр, теля, ікра, дитинча, теленок, телятко
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: γάμπα
η γάμπα, πρησμένη γάμπα, γάμπα στα αγγλικά, γάμπα πόνος, γάμπα θλάση, γάμπα λεξικό γλώσσας ουκρανικά, γάμπα στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- γάλα στα ουκρανικά - міліції, молоко
- γάμος στα ουκρανικά - зраджений, псується, відданий, подружній, шлюб, брак, шлюбу
- γάνα στα ουκρανικά - сажа, Ганич, Ганіч
- γάντζος στα ουκρανικά - гак, серп, крючок, гачок, крюк, гака
Τυχαίες λέξεις
Γάμπα στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: литка, кав'яр, теля, ікра, дитинча, теленок, телятко
Μεταφράσεις: литка, кав'яр, теля, ікра, дитинча, теленок, телятко