Λέξη: κεφάτος

Συνώνυμα: κεφάτος

εύθυμος, χαρούμενος, καμαρωτός, εύχαρις, ξένοιαστος, κομψός, ευχάριστος, πρόσχαρος, γελαστός, φαιδρός, ελαφρός, αλλέγρος, ζωηρός, ιλαρός, χαρωπός

Μεταφράσεις: κεφάτος

κεφάτος στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
jolly, jovial, breezy, merry, cheerful, jaunty, buoyant

κεφάτος στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
alegre, jovial, Feliz, Merry, felices, de la Feliz

κεφάτος στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
heiter, gemütlich, fröhlich, froh, vergnügt, luftig, lustig, frohe, merry, fröhliche

κεφάτος στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
badin, rigolo, allègre, enjoué, dispos, guilleret, joli, amusant, plaisant, divertissant, jovial, beau, joyeux, gaillard, réjoui, désinvolte, Merry, joyeuse, gai

κεφάτος στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
lieto, giocondo, gaio, allegro, festoso, allegra, natale, di Buon, Merry

κεφάτος στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
alegre, jovial, festivo, Feliz, merry, do Feliz, inverno

κεφάτος στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
opgewekt, vrolijk, monter, lustig, Vrolijke, De vrolijke, merry, Prettige

κεφάτος στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
подвыпивший, свежий, веселый, общительный, радостный, величавый, живой, прохладный, оживленный, весёлая, Merry, С Рождеством, веселая

κεφάτος στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
glad, morsom, lystig, munter, glade, lystige, gledelig

κεφάτος στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
munter, glad, glatt, God, Merry

κεφάτος στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
riemukas, iloinen, hauska, tuulinen, leppoisa, suopea, hilpeä, Merry, Hyvää, iloisen, iloista

κεφάτος στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
glædelig, lystig, lystige, glad, Merry

κεφάτος στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
svěží, bodrý, větrný, pěkný, veselý, žoviální, radostný, veselé, Merry, veselá, Smíšek

κεφάτος στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
wietrzny, wesoły, zabawny, pogodny, jowialny, żwawy, merry, Wesołych, wesoło, wesołe

κεφάτος στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
vidám, joviális, kedélyes, Merry, Boldog, Trufa, víg

κεφάτος στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
şen, neşeli, keyifli, mutlu, şenlikli

κεφάτος στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
юпітер, свіжий, живої, прохолодний, живою, веселий, свято, живий, веселощі, веселе, весела, веселу

κεφάτος στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
gëzueshëm, i gëzuar, në qejf, gëzuar për shkak, e gëzuar për shkak, gaz jetës

κεφάτος στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
весел, весели, Merry, весела, веселят

κεφάτος στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
вясёлы, веселый, вясёлае

κεφάτος στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
joviaalne, lustakas, lustlik, värske, joll, tuuline, lõbus, rõõmus, merry

κεφάτος στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
živahan, izvanredan, radostan, raspoložen, veseo, vedra, svjež, vjetrovit, Merry, gostili, gostili se

κεφάτος στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
glaður, gleðilegra, kátur, í góðu skapi, Merry, góðu skapi

κεφάτος στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
linksmas, linksmai, merry, linksminosi, linksmų

κεφάτος στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
jautrs, jautra, merry, priecīgus, dzīrot

κεφάτος στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
весели, весело, развесели, Веселите, повесело

κεφάτος στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
vesel, Merry, veselă, veseli, veselim

κεφάτος στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
vesel, veselo, merry, vesela, veselega

κεφάτος στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
bezstarostný, veselý, veselá
Τυχαίες λέξεις