Ενέδρα στα ουκρανικά
Μετάφραση: ενέδρα, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
засада, засідка, засідку
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ενέδρα
ενέδρα (τάσου λειβαδίτη), ενέδρα θανάτου σε λιμενικούς με μία πετονιά, ενέδρα θανάτου σε 25χρονο, ενέδρα στον κώστα βαξεβάνη, ενέδρα στο σκλήθρο, ενέδρα λεξικό γλώσσας ουκρανικά, ενέδρα στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- ενάγων στα ουκρανικά - стогін, плач, нарікання, позивач
- ενάρετος στα ουκρανικά - поправний, доброчесний, праведний, доброчесна, добродійний, чеснотливий
- ενέργεια στα ουκρανικά - продовжений, дію, дія, вплив, чинність, чинності
- ενήλικας στα ουκρανικά - літній, пристаркуватий, дорослий, літньою, для
Τυχαίες λέξεις
Ενέδρα στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: засада, засідка, засідку
Μεταφράσεις: засада, засідка, засідку