Επιταγή στα ουκρανικά

Μετάφραση: επιταγή, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
чек, перевіряти, перевірятимуть, перевірятиме, перевірити
Επιταγή στα ουκρανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: επιταγή

επιταγή εισόδου 2014, επιταγή εισόδου voucher, επιταγή εγγυήσεως, επιταγή εισόδου στην αγορά εργασίας για άνεργους νέους έως 29 ετών 2014, επιταγή εισόδου στην αγορά εργασίας για άνεργους νέους στον κλάδο του τουρισμού ηλικίας έως 29 ετών, επιταγή λεξικό γλώσσας ουκρανικά, επιταγή στα ουκρανικά

Μεταφράσεις

  • επιτήρηση στα ουκρανικά - спостереження, керівництво, нагляд, стеження
  • επιτίθεμαι στα ουκρανικά - штурмувати, штурм, труїти, нападати, напад, цькувати, атакувати, ...
  • επιτακτικός στα ουκρανικά - глибочінь, імперіалістичний, мандати, обов'язково, сила, енергія, напруженість, ...
  • επιταχύνω στα ουκρανικά - прискортеся, прискорити, горобина, прискорювати, швидкість
Τυχαίες λέξεις
Επιταγή στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: чек, перевіряти, перевірятимуть, перевірятиме, перевірити