Επιτηδεύομαι στα ουκρανικά
Μετάφραση: επιτηδεύομαι, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
симулювати, підроблятися, прикиньтеся, вдавати, epitidefomai
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: επιτηδεύομαι
επιτηδεύομαι λεξικό γλώσσας ουκρανικά, επιτηδεύομαι στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- επιτηδειότητα στα ουκρανικά - моторність, вправність, спритність, вміння, уміння
- επιτηδευμένος στα ουκρανικά - торкнутий, удаваний, показною, зачеплений, показної, показний, показній
- επιτηρητής στα ουκρανικά - наглядач, контролер, доглядач, інспектор, керівник
- επιτηρώ στα ουκρανικά - наглядати, підглядати, підгляньте, перевіряти, перевірятимуть, перевірятиме, перевірити
Τυχαίες λέξεις
Επιτηδεύομαι στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: симулювати, підроблятися, прикиньтеся, вдавати, epitidefomai
Μεταφράσεις: симулювати, підроблятися, прикиньтеся, вдавати, epitidefomai