Θολός στα ουκρανικά

Μετάφραση: θολός, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
щільний, тьмяний, густої, каламутний, неясний, невиразний, рясної, рясною, помітний, яскравий, яскраве, найяскравіший
Θολός στα ουκρανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: θολός

θολόσ συνώνυμα, θολός σερρών, θολός english, θολός κερατοειδής, θολός βυθός, θολός λεξικό γλώσσας ουκρανικά, θολός στα ουκρανικά

Μεταφράσεις

  • θνητός στα ουκρανικά - шматочки, смертний, смертна, уже смертний, смертну
  • θολωμένος στα ουκρανικά - неясний, невиразний, тьмяний, розпливчастий, розпливчатий, розпливчасте
  • θολώνω στα ουκρανικά - хмара, оте, каламутити, мутити, мутить, мутитиме, нудити
  • θορυβώδης στα ουκρανικά - яркий, кричущий, шумливий, яскравий, шумний, галасливий, гучний, ...
Τυχαίες λέξεις
Θολός στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: щільний, тьмяний, густої, каламутний, неясний, невиразний, рясної, рясною, помітний, яскравий, яскраве, найяскравіший