Θολός στα ολλανδικά

Μετάφραση: θολός, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
duister, donker, stomp, bot, gesmoord, dof, schemerig, toonloos, splashy, spetterende, spetterend
Θολός στα ολλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: θολός

θολόσ συνώνυμα, θολός σερρών, θολός english, θολός κερατοειδής, θολός βυθός, θολός λεξικό γλώσσας ολλανδικά, θολός στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • θνητός στα ολλανδικά - snuiter, sujet, vent, knul, kerel, menselijk, persoon, ...
  • θολωμένος στα ολλανδικά - schemerig, dof, donker, gesmoord, bot, duister, toonloos, ...
  • θολώνω στα ολλανδικά - wolk, troebel maken, roil, troebel, kolkend
  • θορυβώδης στα ολλανδικά - rumoerig, luidruchtig, lawaaierig, gehorig, luidruchtige
Τυχαίες λέξεις
Θολός στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: duister, donker, stomp, bot, gesmoord, dof, schemerig, toonloos, splashy, spetterende, spetterend