Λέξη: δικτατορία
Σχετικές λέξεις: δικτατορία
δικτατορία πάγκαλου 1925, δικτατορία του 1967, δικτατορία του προλεταριάτου, δικτατορία του πάγκαλου, δικτατορία φράνκο, δικτατορία των γκέι, δικτατορία μεταξά, δικτατορία στην ελλάδα, δικτατορία σαλαζάρ, δικτατορία πάγκαλου
Μεταφράσεις: δικτατορία
δικτατορία στα αγγλικά
Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
dictatorship, dictatorship of, the dictatorship, a dictatorship
δικτατορία στα ισπανικά
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
dictadura, la dictadura, dictadura de, dictaduras
δικτατορία στα γερμανικά
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
diktatur, gewaltherrschaft, Diktatur, die Diktatur
δικτατορία στα γαλλικά
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
dictature, la dictature, dictature de, dictature du
δικτατορία στα ιταλικά
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
dittatura, la dittatura, dittatura di, dittatura del, dittature
δικτατορία στα πορτογαλικά
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
ditadura, a ditadura, ditadura de, ditadura do
δικτατορία στα ολλανδικά
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
dictatuur, de dictatuur, dictatuur van, dictatorschap
δικτατορία στα ρωσικά
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
диктатура, диктатор, диктатуры, диктатурой, диктатуру, диктатуре
δικτατορία στα νορβηγικά
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
diktatur, diktaturet, diktaturets
δικτατορία στα σουηδικά
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
diktatur, diktaturen, diktaturens
δικτατορία στα φινλανδικά
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
diktatuuri, diktatuurin, diktatuuria, diktatuurista, diktatuuriin
δικτατορία στα δανικά
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
diktatur, tyranni, diktaturet, diktaturets, diktaturs
δικτατορία στα τσεχικά
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
diktatura, diktaturou, diktatury, diktaturu, diktatuře
δικτατορία στα πολωνικά
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
dyktatorstwo, autorytatywność, dyktatura, dyktatury, dyktaturą, dyktaturę, dyktaturze
δικτατορία στα ουγγρικά
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
diktatúra, diktatúrát, diktatúrája, a diktatúra, diktatúrával
δικτατορία στα τούρκικα
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
diktatörlük, diktatörlüğü, diktatörlüğünün, diktatörlüğün
δικτατορία στα ουκρανικά
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
диктатура, диктатуру
δικτατορία στα αλβανικά
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
diktaturë, diktatura, diktaturës, diktaturën, diktatura e
δικτατορία στα βουλγαρικά
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
диктатура, диктатурата, диктатурата на, диктатура на
δικτατορία στα λευκορωσικά
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
дыктатура
δικτατορία στα εσθονικά
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
diktatuur, diktatuuri, diktatuurile, diktatuurist, diktatuuriga
δικτατορία στα κροατικά
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
diktatura, diktature, diktaturu, diktatorska
δικτατορία στα ισλανδικά
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
einræði, einræðisstjórn, Pinochets
δικτατορία στα λιθουανικά
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
žiaurumas, tironija, diktatūra, diktatūros, diktatūrą, diktatas
δικτατορία στα λετονικά
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
tirānija, diktatūra, diktatūru, diktatūras, diktatūrai
δικτατορία στα σλαβομακεδονικά
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
диктатура, диктатурата, диктаторство, диктаторството, диктатурата на
δικτατορία στα ρουμανικά
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
dictatură, dictatura, dictaturii, dictaturi, dictatorial
δικτατορία στα σλοβενικά
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
diktatura, diktaturo, diktature, diktatorstvo
δικτατορία στα σλοβακικά
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
diktatúra, diktatura, diktatúry
Στατιστικά δημοτικότητας: δικτατορία
Τυχαίες λέξεις