Καθησύχαση στα ουκρανικά
Μετάφραση: καθησύχαση, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
завірення, засвідчення, запевнення, посвідчення, запевняння
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: καθησύχαση
καθησύχαση λεξικό γλώσσας ουκρανικά, καθησύχαση στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- καθημερινός στα ουκρανικά - щоденний, денний, щодня, щоденно, рік щоденно
- καθησυχάζω στα ουκρανικά - запевнення, заспокоювати
- καθιερώνω στα ουκρανικά - влаштовувати, розбити, установлювати, закласти, канонізувати
- καθιστικός στα ουκρανικά - зміна, сеанс, сивий, сидіння, сидячий, засідання
Τυχαίες λέξεις
Καθησύχαση στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: завірення, засвідчення, запевнення, посвідчення, запевняння
Μεταφράσεις: завірення, засвідчення, запевнення, посвідчення, запевняння