Κομματιάζω στα ουκρανικά
Μετάφραση: κομματιάζω, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
побити, розтрощити, розбити, рубати, рубатимуть
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κομματιάζω
κομματιάζω συνώνυμα, κομματιάζω λεξικό γλώσσας ουκρανικά, κομματιάζω στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- κομμάτι στα ουκρανικά - відомість, завіса, листок, таблиця, газета, свербіння, шматок, ...
- κομματάκι στα ουκρανικά - уривок, обривок, осколок, кусок, уламок, відламок, шматочок, ...
- κομμουνισμός στα ουκρανικά - комунізм
- κομμουνιστής στα ουκρανικά - комуністичний, комуніст, коммунист
Τυχαίες λέξεις
Κομματιάζω στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: побити, розтрощити, розбити, рубати, рубатимуть
Μεταφράσεις: побити, розтрощити, розбити, рубати, рубатимуть