Λέξη: δασύς

Συνώνυμα: δασύς

δασύτριχος, μαλλιαρός, τραχύμαλλος

Μεταφράσεις: δασύς

δασύς στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
hirsute, dense, shaggy, aspirate

δασύς στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
espeso, hirsuto, denso, apretado, tupido, lanudo, peludo, desgreñado, enmarañado, shaggy

δασύς στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
haarig, stumpfsinnig, zottig, struppig, zottelig, shaggy, zottigen

δασύς στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
poilu, touffu, épais, consistant, hirsute, émoussé, velu, dense, compact, obtus, chevelu, dru, serré, shaggy, hirsutes, velue

δασύς στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
ispido, arruffato, shaggy, irsuto, ispidi

δασύς στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
denunciar, obtuso, denso, desgrenhado, shaggy, peludo, felpudo, desgrenhada

δασύς στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
bot, toonloos, dicht, gesmoord, dof, stomp, dik, gebonden, ruig, shaggy, ruige, ruwharige, ruwharig

δασύς στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
непонятливый, волосатый, тупой, глупый, изобильный, густой, дремучий, скученный, убористый, непрозрачный, косматый, несообразительный, плотный, обильный, лохматый, лохматая, мохнатый, косматая

δασύς στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
tett, raggete, shaggy, lodne, lodden, ragget

δασύς στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
tät, lurvig, lurviga, Shaggy, raggig, raggiga

δασύς στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
tylppä, hidasoppinen, tiivis, tiheä, tiuha, sakea, takkuinen, Shaggy, pörröinen, Nuhru, pitkäkarvaiset

δασύς στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
tæt, Shaggy, lodne, langhåret, pjusket, tjavset

δασύς στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
celistvý, vlasatý, ježatý, hustý, tupý, hutný, střapatý, chlupatý, Shaggy, chundelatá, huňatý

δασύς στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
włochaty, gęsty, kudłaty, kosmaty, spójny, spoisty, shaggy, kudłate

δασύς στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
torzonborz, bozontos, borzas, shaggy, kócos

δασύς στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
kabarık, kaba tüylü, shaggy, tüylü

δασύς στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
тупий, тупою, щільний, кудлатий, густій, кошлатий, волохатий, патлатий, пухнастий

δασύς στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
shpeshtë, me push të ashpër, ashpër, push të ashpër, Shaggy, i ashpër

δασύς στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
рошав, рунтава, рунтаво, на мъхести, космат

δασύς στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
кудлаты, калматы

δασύς στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
sagris, karvane, turris, tokerjas, pulstunud, Shaggy, tokerdunud

δασύς στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
bujan, kosmat, gust, dlakav, ispucao, Shaggy, Dlakama, rundav

δασύς στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
þykkur, Shaggy

δασύς στα λατινικά

Λεξικό:
λατινικά
Μεταφράσεις:
profundus

δασύς στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
plaukuotas, gauruotas, apšepęs, susivėlęs, šiurkštus, gruoblėtas

δασύς στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
pinkains, Shaggy, pinkaina, Šagijs, noaudzis ar matiem

δασύς στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
бушава, влакнести, Shaggy, рунтав, космат

δασύς στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
păros, obtuz, pletos, Shaggy, Shaggy a, zburlit, flocos

δασύς στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
gost, shaggy, Dlak, kosmat, Scooby

δασύς στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
nechápavý, hustý, strapatý
Τυχαίες λέξεις