Κόμμωση στα ουκρανικά

Μετάφραση: κόμμωση, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
шапочка, зачіска, головний убір, головного убору, головной убор
Κόμμωση στα ουκρανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: κόμμωση

κόμμωση στην αρχαία ελλάδα, κόμμωση στην αρχαιότητα, κόμμωση ετυμολογια, νυφική κόμμωση, κόμμωση αρχαία ελλάδα, κόμμωση λεξικό γλώσσας ουκρανικά, κόμμωση στα ουκρανικά

Μεταφράσεις

  • κόμης στα ουκρανικά - зчитати, нараховувати, рахівниці, вважати, графе, граф
  • κόμματος στα ουκρανικά - птиця, пташеня, вразити, уразити, пташка, волан, веселий, ...
  • κόμπος στα ουκρανικά - дуга, самостріл, підпорядковуватися, згинати, вузол
  • κόπανος στα ουκρανικά - ривок
Τυχαίες λέξεις
Κόμμωση στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: шапочка, зачіска, головний убір, головного убору, головной убор