Λέξη: κόμμωση
Σχετικές λέξεις: κόμμωση
κόμμωση στην αρχαία ελλάδα, κόμμωση στην αρχαιότητα, κόμμωση ετυμολογια, νυφική κόμμωση, κόμμωση αρχαία ελλάδα
Συνώνυμα: κόμμωση
χτένισμα, κούρεμα, κόσμημα κεφαλής
Μεταφράσεις: κόμμωση
κόμμωση στα αγγλικά
Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
coiffure, hair-do, headdress, hairdo, haircut, hairstyle, hairdressing
κόμμωση στα ισπανικά
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
peinado, tocado, tocado de, del tocado, headdress, el tocado
κόμμωση στα γερμανικά
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
Kopfschmuck, Kopfbedeckung
κόμμωση στα γαλλικά
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
coiffure, coiffe, la coiffure, coiffe de
κόμμωση στα ιταλικά
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
copricapo, del copricapo, acconciatura, il copricapo, headdress
κόμμωση στα πορτογαλικά
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
cocar, mantilha, cocar de, headdress, touca
κόμμωση στα ολλανδικά
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
knipbeurt, hoofdtooi, hoofddeksel, headdress, hoofddoek, kapsel
κόμμωση στα ρωσικά
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
шапочка, прическа, завивка, причёска, головной убор, убор, головного убора, головные уборы, головным убором
κόμμωση στα νορβηγικά
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
hodepryd, hodeplagg, hodeplagget, headdress
κόμμωση στα σουηδικά
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
huvudbonad, bonad, huvudbonaden, huvudbonad huvud
κόμμωση στα φινλανδικά
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
päähine, headdress, päänkoriste
κόμμωση στα δανικά
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
hovedbeklædning, headdress, hovedklæde
κόμμωση στα τσεχικά
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
účes, čelenka, čelenku, čelenkou, pokrývka hlavy, pokrývku hlavy
κόμμωση στα πολωνικά
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
ufryzowanie, fryzura, uczesanie, stroik, headdress, nakrycia głowy, nakrycie głowy
κόμμωση στα ουγγρικά
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
hajvágás, frizuracsinálás, hajviselet, fejdísz, fejdísszel, fejdíszt, frizura, fityula
κόμμωση στα τούρκικα
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
headdress, külâhı, -ne bir başlık, bir headdress
κόμμωση στα ουκρανικά
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
шапочка, зачіска, головний убір, головного убору, головной убор
κόμμωση στα αλβανικά
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
model flokësh, flokësh, shami koke
κόμμωση στα βουλγαρικά
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
прическа, украшение за глава, шапка, украшение, украшения за глава
κόμμωση στα λευκορωσικά
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
галаўны ўбор, галаўны убор
κόμμωση στα εσθονικά
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
juukseseade, soeng, peakate, peaehe, peakattega, peakatte
κόμμωση στα κροατικά
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
frizura, šešir, ukras, nakit na glavi
κόμμωση στα ισλανδικά
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
headdress
κόμμωση στα λιθουανικά
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
šukuosena, Šukuosena, galvos apdangalas, headdress, Ufryzowanie
κόμμωση στα λετονικά
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
frizūra, galvassegu, headdress, galvassega, galvassegu bieži
κόμμωση στα σλαβομακεδονικά
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
Шапка, украс за на глава, наметка за глава, украс, украс за
κόμμωση στα ρουμανικά
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
coafură, frizură, diademă, pălărie, învelitoare, coafuri
κόμμωση στα σλοβενικά
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
Frizura, Okras, Obleke, pokrivalo, naglavno okrasje pa
κόμμωση στα σλοβακικά
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
účes, čelenka, hlavový most
Τυχαίες λέξεις