Λοιδορώ στα ουκρανικά

Μετάφραση: λοιδορώ, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
лазери, ізолятори, дурні, дураки
Λοιδορώ στα ουκρανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: λοιδορώ

λοιδορώ κλιση, λοιδορώ λεξικο, λοιδορώ συνωνυμα, λοιδορώ σημασία, λοιδορώ λεξικό γλώσσας ουκρανικά, λοιδορώ στα ουκρανικά

Μεταφράσεις

  • λογχοφόρος στα ουκρανικά - улан, уланів
  • λοιδορία στα ουκρανικά - надуживати, кепкування, глум, глузувати, насміхатись, зловживання, зловживати, ...
  • λοιπόν στα ουκρανικά - небо, потім, був, а потім, тоді
  • λοξά στα ουκρανικά - скісно, криво, косо, скоса, похило, наклонно
Τυχαίες λέξεις
Λοιδορώ στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: лазери, ізолятори, дурні, дураки